Ιερά Μονή Ιβήρων

category-place-icon

Η Ιερά Μονή Ιβήρων, τρίτη στην ιεραρχία των αγιορειτικών μονών, ιδρύθηκε περί το 979-980 από αριστοκρατικής καταγωγής Γεωργιανούς (Ίβηρες) μοναχούς, με επικεφαλής τους Ιωάννη, τον γιο του Ευθύμιο και τον στρατιωτικό Ιωάννη Τορνίκιο, στη θέση του ερειπωμένου αρχαίου μονυδρίου του Κλήμεντος. Ο Τορνίκιος συνδεόταν στενά με τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’, ο οποίος και του ζήτησε να τον βοηθήσει στην καταστολή της στάσης του στρατηγού Βάρδα Σκληρού (976-979). Ο Τορνίκιος συνέδραμε στην εξουδετέρωση του Βάρδα και γι’ αυτό ανταμείφθηκε γενναιόδωρα από τον αυτοκράτορα, ο οποίος συναίνεσε και στο σχέδιό του να ιδρύσει στο Άγιον Όρος μοναστήρι για τους Ίβηρες. Έτσι, στη θέση της μονής του Κλήμεντος, στα 979-980, ιδρύθηκε η νέα μονή των Ιβήρων.

Η Ιερά Μονή Ιβήρων, τρίτη στην ιεραρχία των αγιορειτικών μονών, ιδρύθηκε περί το 979-980 από αριστοκρατικής καταγωγής Γεωργιανούς (Ίβηρες) μοναχούς, με επικεφαλής τους Ιωάννη, τον γιο του Ευθύμιο και τον στρατιωτικό Ιωάννη Τορνίκιο, στη θέση του ερειπωμένου αρχαίου μονυδρίου του Κλήμεντος, στο οποίο, κατά την παράδοση, είχε ταφεί ο όσιος Πέτρος ο Αθωνίτης στα μέσα του 9ου αι. Ο Τορνίκιος συνδεόταν στενά με τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ (976-1025), ο οποίος και του ζήτησε να τον βοηθήσει στην καταστολή της στάσης του στρατηγού Βάρδα Σκληρού (976-979). Ο Τορνίκιος ανταποκρίθηκε θετικά στην αυτοκρατορική παράκληση και μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, συνδράμοντας στην εξουδετέρωση του Βάρδα. Για τη βοήθειά του αυτή ανταμείφθηκε γενναιόδωρα από τον αυτοκράτορα, ο οποίος συναίνεσε και στο σχέδιό του να ιδρύσει στο Άγιον Όρος μοναστήρι για τους Ίβηρες. Έτσι, στη θέση της παλαιάς μονής του Κλήμεντος, στα 979-980, αμέσως μετά την επιστροφή του Τορνικίου από την Κωνσταντινούπολη, ιδρύθηκε η νέα μονή των Ιβήρων.

Οι Ίβηρες κτήτορες επισκεύασαν τα προϋπάρχοντα κτίρια, ανοικοδόμησαν το παλαιότερο καθολικό της μονής του Κλήμεντος (παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου), έκτισαν όμως και νέα κτίρια, όπως το καθολικό κ.ά. Επιπλέον, διατήρησαν για το καθίδρυμά τους την ονομασία «μονή του Κλήμεντος» μέχρι το 1015 τουλάχιστον, οπότε απαντά στις γραπτές πηγές η πρώτη αναφορά της «μονής των Ιβήρων».

Στον διώροφο ναό του Τιμίου Προδρόμου, κτισμένο στη θέση του καθολικού του μονυδρίου του Κλήμεντος, η κάτω στάθμη έχει ταφικό χαρακτήρα, όπως τεκμαίρεται από τους εννέα κτιστούς τάφους και την παράσταση της Δέησης στο ιερό βήμα, του τέλους του 10ου αι. (πρόκειται για τις παλαιότερες γνωστές μέχρι σήμερα τοιχογραφίες στον Άθω). Ο ναός, όπως έδειξαν οι πρόσφατες εργασίες της Εφορείας μας (στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020), επισκευάστηκε στους βυζαντινούς χρόνους (πιθανώς στον 13ο αι.) και δέχθηκε ριζική ανοικοδόμηση το 1710, με τη μετατροπή του σε σταυροειδή εγγεγραμμένο και την ανύψωση των τοιχοποιιών και υπέστη ανακατασκευή στις αρχές του 20ου αι.

Κτισμένη δίπλα στη θάλασσα, η μονή έχει την τυπική διάρθρωση ενός αθωνικού οχυρού περίκλειστου συγκροτήματος με τις τέσσερις πτέρυγες σε σχήμα ορθογωνίου, που ορίζουν μια ευρύχωρη αυλή. Σε αυτή δεσπόζουν το καθολικό, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, καθώς και τα δύο σημαντικά παρεκκλήσια της Παναγίας Πορταΐτισσας και του Τιμίου Προδρόμου. Στις πτέρυγες του περιβόλου υπάρχουν παρεκκλήσια, το συνοδικό, το σκευοφυλάκιο, τα κελλιά των μοναχών, το αρχονταρίκι και άλλοι βοηθητικοί χώροι. Το μεγαλύτερο τμήμα των πτερύγων ανοικοδομήθηκε στη θέση παλαιοτέρων κτιρίων κατά το 19ο αι.

Όπως σχεδόν όλα τα αγιορειτικά μοναστήρια, η μονή γνώρισε μεγάλη άνθιση κατά το 16ο αι. με τη στήριξη ηγεμόνων των Παραδουνάβιων Χωρών. Ο λόγιος ηγούμενος Γαβριήλ συνέβαλε στην ιστόρηση του καθολικού στα τέλη του 16ου αι., με την οικονομική συνδρομή του Βλάχου ηγεμόνα Μίχνεα Β’. Με πρωτοβουλία του ίδιου επενδύθηκαν οι εσωτερικές επιφάνειες των χορών με πλακίδια Ιζνίκ, και φιλοτεχνήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το εντυπωσιακό γύψινο υαλόφρακτο παράθυρο του ιερού βήματος με το λόγιο επίγραμμα στο άνω τμήμα του, συνταγμένο πιθανώς από τον ίδιο τον Γαβριήλ. Για την ιστόρηση του καθολικού μετακλήθηκε από τη Γεωργία ο ζωγράφος Μάρκος.

Με την παρελθούσα, αλλά και την πρόσφατη ανασκαφική έρευνα στο παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου, αποκαλύφθηκε τμήμα της τοιχοποιίας της βόρειας όψης της κάτω (υπόγειας σήμερα) στάθμης του, διερευνήθηκαν οι εννέα κτιστοί τάφοι, που λειτούργησαν ως οστεοθήκες σε μεταγενέστερη (άγνωστη) περίοδο, στο εσωτερικό της στάθμης αυτής. Επιπλέον, αποκαλύφθηκε η δυτική είσοδος της κάτω στάθμης του ναού, ένας αναλημματικός τοίχος έμπροσθεν αυτής, η κτιστή κλίμακα που οδηγούσε από την είσοδο της κάτω στάθμης του ναού στο επίπεδο της αυλής πλησίον του καθολικού, καθώς και η γωνία ενός κτιρίου, πιθανώς του περιτειχίσματος (μπαρμπακά) του μη σωζόμενου πύργου του Αγίου Νεοφύτου.

Στην ομάδα των εξαρτημάτων της μονής ιδιαίτερη θέση κατέχει η σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, η οποία βρίσκεται σε μικρή απόσταση νοτιοδυτικά της.

Δ. Λιάκος

 

Βιβλιογραφία

D. Liakos, “The Byzantine Opus Sectile Floor in the katholikon of Iviron Monastery on Mount Athos”, Zograf 32 (2008) 37-44.

Δ. Λιάκος, «Από το σκευοφυλάκιο της μονής Ιβήρων: πρόδρομες παρατηρήσεις στη μελέτη των έργων μικροτεχνίας», Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη 20 (2006), Θεσσαλονίκη 2008, 539-550.

Δ. Λιάκος, «Ξυλόγλυπτοι σταυροί με επενδύσεις στην αγιορειτική μονή Ιβήρων (16ος-17ος αι.)», Βυζαντινά 28 (2008) 331-362.

Δ. Λιάκος, «Έργα ξυλογλυπτικής στη μονή Ιβήρων Αγίου Όρους (17ος και 18ος αι.)», Δελτίον της Xριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 30 (2009) 301-312.

D. Liakos, “Steatite Icon with the Deposition at the Monastery of Iviron, on Mt Athos”, Zograf 34 (2010) 65-70.

Δ. Λιάκος, «Η δωροδοσία στις μονές του Αγίου Όρους τον 15ο και 16ο αι. αιώνα: το τεκμήριο της μεταλλοτεχνίας», Το Άγιον Όρος στον 15ο και 16ο αιώνα. Πρακτικά Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 2012, 313-342.

Δ. Λιάκος, «Λόγια πρόσωπα και λόγιο περιβάλλον στο Άγιον Όρος (14ος – 18ος αι.): η δυναμική τους στην τέχνη», Άγιον Όρος και Λογιοσύνη. Πρακτικά Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 2014, 255-271.

D. Liakos, “Toward a new era: Patronage and Luxury Endowments to Mount Athos (Fourteenth to Mid-Sixteenth Centuries)”, Eclecticism in Late Medieval Visual Culture at the Crossroads of the Latin, Greek, and Slavic Traditions (eds. M. A. Rossi, A. I. Sullivan), Berlin/Boston: De Gruyter 2021, 341-368.

Ι. Ταβλάκης, Π. Θεοχαρίδης, Ν. Μερτζιμέκης, Δ. Λιάκος, Π. Φωτιάδης, «Άγιον Όρος: από τη μονή του Κλήμεντος στη μονή Ιβήρων. Η ιστορία ενός ναού», Εικοστό πέμπτο συμπόσιο βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης. Πρόγραμμα και περιλήψεις εισηγήσεων και ανακοινώσεων, Αθήνα, 13-15 Μαΐου 2005, Αθήνα 2005, 127-128.

Ιερά Μονή Ιβήρων
Filters
η υπηρεσία
  • en