- ΤΟΠΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
- ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
- ΓΝΩΡΙΣΤΕ ΤΙΣ ΑΠΟΙΚΙΕΣ
- ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας βρίσκεται στο 32ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου. Είναι κτισμένη στις νότιες υπώρειες του όρους Ομβριανού, που δεσπόζει πάνω από τον κάμπο των Βασιλικών. Η Μονή ιδρύθηκε σύμφωνα με την παράδοση στα τέλη του 9ου αιώνα από την αυτοκράτειρα Θεοφανώ, πρώτη σύζυγο του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού. Κατά το έτος 1522 η μονή επανιδρύθηκε από τον ιερομόναχο Θεωνά, επί κεφαλής ομάδας μοναχών από το Άγιο Όρος. Ο Άγιος Θεωνάς ανακαίνισε και διεύρυνε το μοναστήρι και διετέλεσε ηγούμενος μέχρι το 1531, οπότε εκλέχτηκε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε περίοδος μεγάλης ακμής, η οποία ανέδειξε σπουδαίες προσωπικότητες του πνεύματος. Την άνοιξη του 1821 η Μονή υποστήριξε ένθερμα την Ελληνική Επανάσταση, δανείζοντας μάλιστα και ένα από τα πλοία της, τον «Παρτίγο», στους επαναστάτες της Κασσάνδρας. Το 1918 με ενέργειες του Μητροπολίτη Κασσάνδρειας Ειρηναίου ιδρύθηκε η Εκκλησιαστική Σχολή της Αγίας Αναστασίας, η οποία λειτούργησε μέχρι το 1971.
Ιστορία
Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας βρίσκεται στο 32ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού Θεσσαλονίκης-Πολυγύρου. Είναι κτισμένη στις νότιες υπώρειες του όρους Ομβριανού, που δεσπόζει πάνω από τον κάμπο των Βασιλικών.
Η Μονή ιδρύθηκε σύμφωνα με την παράδοση στα τέλη του 9ου αιώνα από την αυτοκράτειρα Θεοφανώ, πρώτη σύζυγο του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ του Σοφού. Οι πρώτες μαρτυρίες για την Μονή υπάρχουν σε έγγραφο που φυλάσσεται στη Μονή Ξηροποτάμου, γνωστό ως διαθήκη του μοναχού Θεοδοσίου Σκαράνου (1270-1274) και στον Parisinus Codex Graecus 1242 (1370- 1375), ο οποίος περιέχει ιδιόχειρα έργα του Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού. Κατά το έτος 1522 η μονή επανιδρύθηκε από τον ιερομόναχο Θεωνά, επί κεφαλής ομάδας μοναχών από το Άγιο Όρος. Ο Άγιος Θεωνάς ανακαίνισε και διεύρυνε το μοναστήρι και διετέλεσε ηγούμενος μέχρι το 1531, οπότε εκλέχτηκε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
Ακολούθησε περίοδος μεγάλης ακμής, η οποία ανέδειξε σπουδαίες προσωπικότητες του πνεύματος. Πολλοί μοναχοί διακρίθηκαν ως μελετητές και αντιγραφείς χειρογράφων, δημιουργώντας έτσι μια πλούσια και εκτεταμένη βιβλιοθήκη. Την ίδια εποχή το μοναστήρι απέκτησε μεγάλη περιουσία και πλούσια εξαρτήματα (μετόχια) στη χερσόνησο της Χαλκιδικής και στη Θεσσαλονίκη, όπως αναφέρεται σε έγγραφο του Οικουμενικού Πατριάρχη Μητροφάνη Γ’ (1565). Σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο, ο Μητροφάνης κηρύσσει τη μονή ως Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή. Κατά τη διάρκεια του 17ου και 18ου αιώνα τα νέα αποκτήματά της στη Θεσσαλονίκη, τη Βλαχία (Ρουμανία) και τη Ρωσία αποδεικνύουν τη σημαντική πρόοδο της Μονής, κάτω από δύσκολες συνθήκες, λόγω της βαριάς φορολογίας αλλά και κατασχέσεων από την οθωμανική διοίκηση.
Την άνοιξη του 1821 η Μονή υποστήριξε ένθερμα την Ελληνική Επανάσταση, δανείζοντας μάλιστα και ένα από τα πλοία της, τον «Παρτίγο», στους επαναστάτες της Κασσάνδρας. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους ο καπετάν Χάψας και οι συμπολεμιστές του έπεσαν μαχόμενοι κατά των Τούρκων στη μάχη που δόθηκε στους πρόποδες του βουνού, κάτω από την Ιερά Μονή. Τότε οι Τούρκοι κινήθηκαν εναντίον της Μονής, πυρπόλησαν το μοναστήρι και κατέσφαξαν τον Ηγούμενο Μακάριο, τους μοναχούς και όσους λαϊκούς είχαν βρει καταφύγιο εκεί. Το 1832 ξεκίνησε η ανοικοδόμηση του μοναστηριού, ωστόσο το 1853 κάηκε ξανά.
Το 1918 με ενέργειες του Μητροπολίτη Κασσάνδρειας Ειρηναίου ιδρύθηκε η Εκκλησιαστική Σχολή της Αγίας Αναστασίας, η οποία λειτούργησε μέχρι το 1971. Η Σχολή προσέλκυσε μαθητές τόσο από την Χαλκιδική, όσο και από την υπόλοιπη Ελλάδα. Αρχικά οι χώροι διδασκαλίας και διαμονής των μαθητών βρίσκονταν εντός της Μονής. Το 1929 χτίστηκε έξω από τον περίβολο της Μονής, κοντά στη δυτική είσοδο, κτήριο όπου στεγάστηκε η Σχολή σε σχέδια του διάσημου αρχιτέκτονα από τη Φούρκα της Χαλκιδικής Ξενοφώντα Παιονίδη.
Το μοναστήρι
Σύμφωνα με την παράδοση η ίδρυση της Μονής ανάγεται στον 9ο αι., ωστόσο δεν έχει εντοπιστεί κανένα κτιριακό κατάλοιπο αυτής της περιόδου.
Η Μονή επανιδρύθηκε από τον Άγιο Θεωνά το 1522. Στους επόμενους αιώνες τα κτήρια υπέστησαν σημαντικές καταστροφές. Το 1789 το μεγαλύτερο τμήμα του μοναστηριού καταστράφηκε από πυρκαγιά και ξανακτίστηκε. Οι εργασίες ανοικοδόμησης της Μονής μετά την πυρπόληση της από τους Οθωμανούς το 1821 ξεκίνησαν το 1832. Το Καθολικό χτίστηκε το 1834 και στο επόμενο διάστημα ολοκληρώθηκαν οι υπόλοιπες κατασκευές, τα κελιά και οι βοηθητικοί χώροι. Το 1853 η Μονή καταστράφηκε από πυρκαγιά και ξανακτίστηκε αμέσως. Τα κτίσματα που σώθηκαν από τη φωτιά ήταν το Καθολικό, η Τράπεζα, το Κωδωνοστάσιο και κτίσματα του 1789.
Το Καθολικό της Μονής είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο. Δίρριχτη στέγη καλύπτει τον ναό. Δυτικά του ναού βρίσκεται η λιτή, η οποία αποτελεί στην ουσία μία μεγάλη εσωτερική σκεπαστή αυλή και δυτικά βρίσκεται η μεγάλη και ευρύχωρη τράπεζα με τρούλο. Η επιχωμένη σήμερα ημιυπόγεια στάθμη κάτω από την Τράπεζα ανάγεται στον 16-17ο αι.
Βόρεια της Τράπεζας βρίσκεται το μαγειρείο, σε χωριστό οίκημα.
Πάνω από το ανατολικό μέρος της τράπεζας υψώνεται το κωδωνοστάσιο, ο τελευταίος όροφος του οποίου είναι μία αξιόλογη ξυλόπηκτη κατασκευή με μεγάλο τρούλο.
Η ανατολική και νότια πτέρυγα του μοναστηριού είναι τριώροφες σε σχήμα Γ. Σε αυτές υπάρχουν τα κελιά των μοναχών και οι βοηθητικοί χώροι της Μονής, ενώ στην ανατολική βρίσκεται η αίθουσα του Ηγουμενείου. Ένα μεγάλο τμήμα από τις αρχικές κατασκευές του 16-17ου αι. διατηρήθηκαν στη νότια και ανατολική πτέρυγα, οι οποίες δέχτηκαν και αυτές επισκευές παίρνοντας τη σημερινή τους μορφή. Η νότια πτέρυγα έχει συνολικό μήκος περίπου 90 μ. Αναπτύχθηκε σταδιακά σε 4 φάσεις, αρχίζοντας από το ανατολικό άκρο, η ισόγεια στάθμη του οποίου πιθανόν να ανήκει στα χρόνια του Θεωνά. Οι υπερκείμενοι όροφοι ανοικοδομήθηκαν αρκετές φορές, το 1789, 1815, 1834 και περί το 1860. Στον χώρο μπροστά από την είσοδο του υπογείου αποκαλύφθηκε μέρος του παλαιού λιθόστρωτου.
Το 1991 η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε στη δυτική αυλή του μοναστηριού το θεμέλιο ενός τοίχου που αποτελεί την προς βορρά συνέχεια του δυτικού τείχους του οχυρού περιβόλου, καθώς και τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ενός μαγκιπείου (φούρνος) και ενός μικρού λουτρού. Το λουτρό και το σύγχρονο του καμαροσκέπαστο διαβατικό στα βόρεια, μπορούν να χρονολογηθούν στον 16ο ή τον 17ο αι. Οι κατασκευές αυτές αποτελούσαν είτε τμήμα του νοσοκομείου που λέγεται ότι ίδρυσε ο Θεωνάς στο δυτικό τμήμα της μονής, είτε του σχολείου-ιερού διδασκαλείου που σύμφωνα με την παράδοση λειτούργησε στο χώρο. Το 1815 άρχισε η επέκταση του περιβόλου προς βορρά, με την οικοδόμηση του εξωτερικού τείχους. Στο άνω μέρος του τείχους είχε προβλεφθεί και η κατασκευή των τζακιών και των παραθύρων των δωματίων της πτέρυγας που επρόκειτο να ανεγερθεί αργότερα στο εσωτερικό του. Η κατασκευή της σταμάτησε μετά την καταστροφή του 1821.
Δυτικά της Μονής και έξω από τον περίβολο βρίσκεται το κτίσμα της Εκκλησιαστικής Σχολής.
Η σημερινή μορφή του μοναστηριακού συγκροτήματος καταλαμβάνει περίπου 3.500 m2.
Η μονή περιβάλλεται από έντεκα εξωκκλήσια, τα οποία οριοθετούν την ιδιοκτησία της Μονής. Κτίστηκαν στον 20ο αιώνα, εκτός από το εξωκκλήσι των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττης και το ισόγειο του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Το εξωκκλήσι Κηρύκου και Ιουλίττης βρίσκεται πάνω σ’ έναν χαμηλό λόφο, αριστερά του δρόμου που οδηγεί στη Μονή και 500 μ. πριν από αυτή. Στον λόφο έχουν εντοπιστεί ίχνη προϊστορικού οικισμού. Ο ναός είναι μονόχωρος. Πιθανόν ανήκει στα χρόνια του Αγίου Θεωνά και οι τοιχογραφίες του έγιναν στις αρχές του 19ου αι., μεταξύ 1830-1840 από ζωγράφους που κατάγονταν από την γειτονική Γαλάτιστα. Έχουν ιδιαίτερη αξία, καθώς είναι το μοναδικό σύνολο εντοίχιας ζωγραφικής που σώζεται στη Χαλκιδική από τη σχολή των Γαλατσιάνων ζωγράφων και από τα ελάχιστα σωζόμενα δείγματα μεταβυζαντινής ζωγραφικής στη Χαλκιδική.
Το εξωκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου βρίσκεται νότια του μοναστηριού. Έχει ιδιαίτερη σημασία για την παράδοση της Μονής της Αγίας Αναστασίας, αλλά και για την σύγχρονη ιστορία της περιοχής. Σύμφωνα με την παράδοση, το εξωκκλήσι προϋπήρχε της Μονής. Σε αυτό μόναζε μία αδελφότητα μοναχών που τιμούσε την Αγία Αναστασία την Φαρμακολύτρια. Όταν η αυτοκράτειρα Θεοφανώ ευρισκόμενη στη Θεσσαλονίκη ως εξόριστη ζήτησε να περιηγηθεί στα Βασιλικά κτήματα, παρατήρησε ένα φως πάνω στο Μεγάλο Βουνό. Επισκέφτηκε την αδελφότητα και συγκινημένη από την ευλάβειά τους ζήτησε να προσευχηθούν στην Αγία για την επιστροφή της ίδιας και του Λέοντα Σοφού στην Κωνσταντινούπολη. Όταν αυτό έγινε, η Θεοφανώ εκπλήρωσε το τάμα της χτίζοντας την μεγαλοπρεπή μονή προς τιμήν της Αγίας. Η παράδοση λέει επίσης ότι στο προαύλιο του εξωκκλησίου ο Άγιος Θεωνάς φύτεψε το γιγάντιο κυπαρίσσι που υπάρχει μέχρι και σήμερα και ότι εκεί δίδασκε ο ίδιος τους μοναχούς.
Μετά τη μάχη των Βασιλικών και το ολοκαύτωμα της Μονής το 1821, οι μοναχοί που διαβιούσαν στα μετόχια του μοναστηριού επέστρεψαν και ενταφίασαν τους σφαγιασθέντες μοναχούς, τον ηγούμενο και τον καπετάν Στάμο Χάψα με τους αγωνιστές του στο εξωκκλήσι. Και αργότερα όμως, το 1905, στους πρόποδες του βουνού, ένα τάγμα Κρητών αγωνιστών με αρχηγό τον Ιωάννη Νταφώτη αντιμετώπισε γενναία τον τουρκικό στρατό. Οι πεσόντες στη μάχη ενταφιάστηκαν στο εξωκκλήσι. Κτίσμα του 16ου αι. πρέπει να είναι το ισόγειο του διώροφου ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Έργα συντήρησης και αποκατάστασης
Τα τελευταία χρόνια σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους έχουν γίνει πολλά έργα στερέωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης στην Ιερά Μονή λόγω σοβαρών φθορών που προκλήθηκαν στα κτίρια από τις πυρκαγιές και τους σεισμούς από την εποχή κτίσής της. Εκτεταμένες εργασίες έγιναν επίσης για τη συντήρηση των τοιχογραφιών, των εικόνων, των χειρογράφων και των άλλων κειμηλίων της Μονής.
Καμενίδου Μαρία
Βιβλιογραφία
Γλαβίνας Απόστολος. Το Μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας. Θεσσαλονίκη, 1983.
Καραμανίδου Άννα. Τα μοναστήρια της Χαλκιδικής από τον 9ο αι. μέχρι τον 19ο αι. Θεσσαλονίκη 2007.
Παγχαλκιδικός Λόγος, τεύχος 18ο , 2014. Αφιέρωμα στην Ιερά Μονή και τη σχολή της Αγίας Αναστασίας Χαλκιδικής.
Διεύθυνση: Κωνσταντινουπόλεως 5,
631 00 Πολύγυρος Χαλκιδική
Τηλέφωνο: +30 23710 22060
Φαξ: +30 2310 251892
Τεχνικό Γραφείο Αγίου Όρους
Διεύθυνση: Πλατεία Ιπποδρομίου 7, Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο: +30 2310 285163
Φαξ: +30 2310 251892
E-mail: [email protected]