Τορώνη

category-place-icon

Η Τορώνη, στο νοτιοδυτικό άκρο της χερσονήσου της Σιθωνίας, ιδρύθηκε στο τέλος του 8ου αι. π.Χ. από τους Χαλκιδείς της Εύβοιας και αποτελούσε τη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής. Την κατέλαβε το 349 π.Χ. ο Φίλιππος Β’ , χωρίς ωστόσο να την καταστρέψει.

Οι ανασκαφές του Αυστραλιανού Ινστιτούτου σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Εταιρεία αποκάλυψαν τμήματα του τείχους της πόλης, λείψανα της αρχαϊκής-κλασικής πόλης και νεκροταφείο της ίδιας περιόδου, οικισμό και νεκροταφείο της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Εντοπίστηκαν επίσης μέλη ενός δωρικού ναού, αφιερωμένου πιθανώς στην Αθηνά, ενώ από τις υποθαλάσσιες έρευνες μαρτυρείται πως η σημερινή θαλάσσια περιοχή αποτελούσε στην αρχαιότητα τμήμα της πόλης.

Η Τορώνη ιδρύθηκε στο τέλος του 8ου αιώνα π.Χ. από τους Χαλκιδείς της Εύβοιας αλλά, όπως μαρτυρούν δείγματα κεραμικής, η περιοχή ήταν ήδη γνωστή στους Μυκηναίους. Αποτελούσε τη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, κάλυπτε τα βραχώδη ακρωτήρια στη δυτική ακτή της Σιθωνίας, ενώ ήλεγχε στα ανατολικά της και τον «Κωφό Λιμένα». Διέθετε δύο ακροπόλεις, μία στα υψώματα προς τα νότια και μία στη μικρή βραχώδη χερσόνησο της Ληκύθου, όπου μάλιστα, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, υπήρχε και ναός της Αθηνάς. Γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της στα κλασικά χρόνια και είχε μάλιστα ιδιαίτερη δύναμη, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι, όταν κατά τους Περσικούς Πολέμους, ο Αρτάβαζος κατέστρεψε την Όλυνθο, την παρέδωσε στους Τορωναίους. Ως μέλος της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας η Τορώνη πλήρωνε έναν από τους υψηλότερους φόρους ανάμεσα στις πόλεις της Χαλκιδικής. Πεδίο συγκρούσεων ανάμεσα στην Αθήνα και τη Σπάρτη κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, αποστάτησε στα 424-423 π.Χ. από την Αθηναϊκή Συμμαχία και στη συνέχεια καταλήφθηκε από τις σπαρτιατικές δυνάμεις του Βρασίδα. Την ανακατέλαβαν όμως οι Αθηναίοι και η πόλη παρέμεινε υπό την αθηναϊκή κυριαρχία έως την ήττα των Αθηναίων στους Αιγός Ποταμούς, το 405-404 π.Χ. Όταν το 349 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Φίλιππο, δεν καταστράφηκε και εξακολούθησε να υφίσταται έως και τους βυζαντινούς χρόνους.

Ανασκαφές του Αυστραλιανού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου σε συνεργασία με την Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία έφεραν στο φως τμήματα της αρχαϊκού-κλασικού τείχους της πόλης, καθώς και της ελληνιστικής οχύρωσης, που διέθετε πύργους και πύλες. Επίσης, αποκαλύφθηκαν και τμήματα και αρχαϊκής-κλασικής πόλης και του νεκροταφείου της∙ κάτω από την κλασική πόλη ανασκάφηκε εκτεταμένο νεκροταφείο της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, ενώ οικισμός της ίδιας περιόδου αποκαλύφθηκε στο ακρωτήριο Λήκυθος. Στο ίδιο ακρωτήριο εντοπίστηκαν στρώματα κατοίκησης από το τέλος της Νεολιθικής περιόδου έως και το τέλος της Εποχής Χαλκού αλλά και μέλη ενός δωρικού ναού, που ανήκουν πιθανότατα σε ναό της Αθηνάς. Θεμέλια και κατάλοιπα κτηρίων έχουν εντοπιστεί και εν μέρει ερευνηθεί κατά τη διάρκεια υποθαλάσσιων ερευνών, υποδηλώνοντας πως η σημερινή θαλάσσια περιοχή αποτελούσε στην αρχαιότητα τμήμα του πολεοδομικού ιστού της αρχαίας Τορώνης.

Βιβλιογραφία
A. Cambitoglou – J.K. Papadopoulos – O. Tudor Jones, Torone I: The excavations of 1975, 1976 and 1978. Athens Archaeological Society, Athens 2001.
J. Papadopoulos, The Early Iron Age Cemetery at Torone. Excavations conducted by the Australian Archaeological Institute at Athens in Collaboration with the Athens Archaeological Society, Monumenta Archaeologica 24, University of California, Los Angeles 2005.
Α. Καμπίτογλου – Σ. Πασπαλάς, Τορώνη, στο Α. Βλαχόπουλος – Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Αρχαιολογία. Μακεδονία και Θράκη (εκδόσεις Μέλισσα) Αθήνα 2017, 378-379.

Filters
η υπηρεσία
  • en